Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Και όμως, οι δορυφόροι αποκαλύπτουν ότι η Ελλάδα γίνεται «πρασινότερη»…

Και όμως, οι δορυφόροι αποκαλύπτουν ότι η Ελλάδα γίνεται «πρασινότερη»…

Σύνταξη: Σταμάτης Σεκλιζιώτης (Γεωπόνος ΑΠΘ, Δρ Αρχιτέκτων Τοπίου)



Δορυφορική Εικόνα της 17ης Φεβρουαρίου 2014 (MODIS-Terra), Πηγή: USDA

Η ομάδα Μελέτης GIMMS για την Παγκόσμια Χαρτογράφηση και Μοντέλων Απογραφής δεδομένων της NASA συγκεντρώνει δορυφορικές πληροφορίες και τις επεξεργάζεται σε τακτικά διαστήματα προσδιορίζοντας τους περίφημους «Φασματικούς Δείκτες Βιομάζας» ή κατ’ άλλους «Φασματικούς Δείκτες Χλωρίδας» (Spectral Vegetation Index or SVI) κατά γεωγραφικές περιοχές παγκοσμίως, με σκοπό να στηρίζει τις δραστηριότητες της Ομάδας Ανάλυσης Δεδομένων σε Παγκόσμια κλίμακα, γνωστής ως OGA (Office of Global Analysis) της Υπηρεσίας Εξωτερικών Υποθέσεων Γεωργίας (FAS) του Αμερικανικού Υπ. Γεωργίας (USDA) στέλεχος της οποίας διετέλεσε και ο συντάξας του παρόντος στην περίοδο 1982-2009. Η αρμοδιότητα της OGA είναι η παρακολούθηση Γεωργικών Δραστηριοτήτων στον Πλανήτη με τεχνικές Τηλεπισκόπησης (μετρήσεις έκτασης καλλιεργειών, απόδοσης και αναμενόμενης συγκομιδής κατά είδος, κατά χώρα, περιοχή και ανά μονάδα επιφανείας). 

Είναι σημαντική η δημοσίευση αποτελεσμάτων που αφορούν την εξέλιξη της φυτικής βιομάζας στη χώρα μας (Vegetation Index) τα τελευταία χρόνια, η οποία δείχνει ελαφρώς αλλά ευκρινώς να είναι αυξητική για το 2011 και το 2012 σε σχέση με τα «κανονικά» επίπεδα (μέσος όρος προηγούμενων ετών)… Παράλληλες αναλύσεις των δορυφορικών καταγραφών δείχνουν ανάλογη αύξηση των βροχοπτώσεων για την ίδια περίοδο που σχετίζεται με την παρατηρούμενη αύξηση της φυτικής βιομάζας. Για το 2013 τα πρώτα στοιχεία δείχνουν πτώση των βροχοπτώσεων σε σχέση με το 2012, αλλά δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί οι δείκτες βιομάζας για τη χρονιά που πέρασε. 

Αυτό που είναι το σημαντικό για την Ελλάδα και δεν πρέπει μα περάσει απαρατήρητο, είναι ότι τα τελευταία χρόνια (2011 και 2012, περιστασιακά, αλλά συχνά, και στις μετά το 2000 χρονιές… ) καταγράφονται «συχνές» αποκλίσεις από τον «για πολλά χρόνια μέσο όγκο φυτικής βιομάζας» που καλύπτει τη χώρα μας (vegetation cover) με ελαφρά μεταβολή προς τα επάνω….. Πρόκειται για θετικό εύρημα και γεγονός που ίσως συνδέεται με πολλές αλλαγές όχι μόνο τις κλιματικές που είναι πλέον εμφανείς και αδιαμφισβήτητες, αλλά και με:
§     τη διαχρονική αλλαγή των χρήσεων και καλύψεων γης στη χώρα (Land use & Cover
§     την χωροκατακτητική επέκταση της φυσικής βλάστησης σε επιφάνειες που παλιότερα καλλιεργούνταν ή βοσκούνταν εντατικότερα (εποικισμός από φυσική χλωρίδα μη χρησιμοποιούμενων επιφανειών) – Σημειώνουμε ότι στη χώρα καταγράφεται ήδη μία ανησυχητική «απόσυρση» από την καλλιεργητική δραστηριότητα τα τελευταία χρόνια, που αντιστοιχεί σε έκταση της τάξεως των 7 εκατομμυρίων στρεμμάτων (περίπου το 20% της καλλιεργήσιμης γης στην Ελλάδα)  
§     την προστασία, ωρίμανση και ενηλικίωση φυσικών τοπίων και οικοσυστημάτων που δεν «οχλούνται» πλέον όπως παλιότερα (αναμένεται βέβαια με ενδιαφέρον να αναδειχθεί το «αληθές στατιστικό μέγεθος» και η επίπτωση της μαζικής λαθροϋλοτομίας των ελληνικών δασών η οποία παρατηρείται από το 2012 και μετά) 
§     τις μαζικές νέες φυτεύσεις περιαστικά, αστικά και στην ύπαιθρο, και τους φυσικούς εποικισμούς ανοικτών χώρων κάθε ιδιοκτησιακού καθεστώτος, οικοδομήσιμων επιφανειών εντός εγκεκριμένων πολεοδομικών ζωνών που δεν οικοδομούνται λόγω της κρίσης και εποικίζονται από φυσική βλάστηση, (λαμβανομένης υπόψη και τις μειωμένης διαχείρισης πρασίνου που γίνεται στη χώρα λόγω της κρίσης και της έλλειψης πόρων) 
§     τις όχι λιγότερες αλλά συγκριτικά μειωμένες πυρκαγιές σε επιφάνεια μετά το 2007 στις οποίες έχουμε μερική ή ολική αναβλάστηση φυσική και ανθρωπογενή (όχι πλήρη αποκατάσταση της βιομάζας που χάθηκε), κλπ.


Δορυφορική Εικόνα των πυρκαγιών της 26ης Αυγούστου 2007 (NOAA-AVHRR18), Πηγή: DLR (Γερμανική Υπηρεσία Διαστήματος)


Οι δορυφορικές πλατφόρμες σε λειτουργία μέχρι και σήμερα οι οποίες βρίσκονται στο διάστημα και τα ενσωματωμένα όργανα παρατήρησης και καταγραφής γήινων πληροφοριών που φέρουν για τη συλλογή των στοιχείων, είναι οι παρακάτω τέσσερις. Τα μέσα αυτά μετρούν 3 διαφορετικούς «Δείκτες Βλάστησης» στην επιφάνεια της χώρας μας και άλλων χωρών, οι οποίοι στη συνέχεια αναλύονται από τους ειδικούς των επίγειων κέντρων (π.χ. ομάδα OGA, USDA):

Οι 4 Δορυφόροι και τα όργανα που παρακολουθούν το «πράσινο» και μας στέλνουν πληροφορίες, είναι οι:      

§     Historical NOAA-AVHRR instruments [7, 9, 11, 14,16 & 17] (NDVIg product): Στο διάστημα από τον Ιούλιο του 1981 μέχρι σήμερα 
§     Systeme Probatoire pour l’Observation de la Terre (SPOT) Végétation : Από τον Μάιο του 1998 μέχρι σήμερα.
§     NOAA-AVHRR18 (only) : Από τον Σεπτέμβριο του 2005 μέχρι σήμερα
§     MODIS-Terra: Από τον Φεβρουάριο του 2000 μέχρι σήμερα 


Οι φασματικοί δείκτες φυτικής βιομάζας είναι μια απλή γραφική ένδειξη που χρησιμοποιείται σε μετρήσεις τηλεπισκόπησης, τυπικά από διαστημικές πλατφόρμες και μας πληροφορούν αν το αντικείμενο ή η επιφάνεια υπό παρατήρηση περιέχουν «ζωντανή» πράσινη φυτοκάλυψη ή όχι. Οι δείκτες αυτοί προσδιορίζονται από συσχετισμό βιοφυσικών μεγεθών (παραμέτρων) όπως ο δείκτης εμβαδού επιφάνειας φυλλώματος (LAI), το ποσοστό φυτικής κάλυψης, τη συνολική βιομάζα φυλλώματος, το κλάσμα της φωτοσυνθετικά αναρροφούμενης ενεργού ακτινοβολίας, την φωτοσυνθετική ικανότητα και τις διακυμάνσεις του CO2.  Αυτή είναι μια γενική περιγραφή η οποία αποτυπώνεται σε ανάλογους «μαθηματικούς» τύπους, ανάλογα με τη ζώνη του φάσματος που επιστρατεύεται κάθε φορά από τις δορυφορικές σαρώσεις και τα όργανα που φέρουν οι πλατφόρμες. Μια λεπτομερέστερη πληροφορία και περισσότερη εξοικείωση με τους φασματικούς δείκτες βλάστησης, μια αναζήτηση στο διαδίκτυο με τίτλους τον Spectral Vegetation Index (SVI), ή  τον Normalized Difference Vegetation Index (NDVI) μπορεί να αποκτηθεί από δημοσιεύματα πολλών ερευνητών και συγγραφέων, κυρίως γύρω από την τεχνολογία & τεχνικές εφαρμογών της πολυφασματικής Τηλεπισκόπησης (Multispectral Remote Sensing) από πλατφόρμες όπως αεροσκάφη και δορυφόρους με τον κατάλληλο εξοπλισμό (νία συνοπτική παρουσίαση δίνεται από τη NASA, στον σύνδεσμο: http://earthobservatory.nasa.gov/Features/MeasuringVegetation/measuring_vegetation_2.php)    

Συγκεντρωτική μεταβολή και κατανομή του δείκτη φυτικής βιομάζας για την Ελλάδα, 2011 & 2012

Κατανομή σε μηνιαία βάση του δείκτη βιομάζας για την ίδια περίοδο 2011 και 2012

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

«Αγορές των Αγροτών» (Farmer Markets)

«Αγορές των Αγροτών» (Farmer Markets)

Του

Δρα Σταμάτη Σεκλιζιώτη,
Γεωπόνου ΑΠΘ – Αρχιτέκτωνα Τοπίου (Ph.D.)
Πρώην Β Ακόλουθου Γεωργικών Υποθέσεων, Υπ. Γεωργίας ΗΠΑ (Foreign Agricultural Service – FAS/USDA, Αμερικανική Πρεσβεία, Αθήνα)
Σήμερα: Σύμβουλου Γεωργικών Υποθέσεων & Περιβάλλοντος
Προοπτικό σχέδιο μόνιμης εγκατάστασης δημοτικής «Αγοράς Αγροτών», στην Μανιτόμπα του Καναδά (Le Marche Saint-Norbert Farmers' Market, Manitoba, Πηγή: Hilderam Thomas Frank Cram, Αρχιτέκτονες Τοπίου)

Τι είναι η «Αγορές των Αγροτών» (Farmers Market)

Η «Αγορά των Αγροτών» ή αλλιώς η «Αγορά Παραγωγού» (διεθνώς:  Farmer Market) είναι «αγορά όπου αποκλειστικά ο παραγωγός πουλά τα προϊόντα του κατ’ ευθείαν στον καταναλωτή, χωρίς καμία απολύτως διαμεσολάβηση στη διακίνηση των προϊόντων του, υπό την προστασία και εποπτεία των τοπικών αρχών, σε συνθήκες οργάνωσης και έλεγχου».
Ο σκοποί του θεσμού είναι «η διαμόρφωση συνθηκών προσφοράς και ζήτησης σε όφελος των παραγωγών και των καταναλωτών, παράκαμψη της οποιασδήποτε ενδιάμεσης επιβάρυνσης στο τελικό προϊόν, διαμόρφωση της πιο κλειστής κατά το δυνατόν ψαλίδας μεταξύ τιμών παραγωγού και καταναλωτή, περιθωριοποίηση της κερδοσκοπίας, συμπίεση των τιμών των αγαθών σε ανταγωνιστικά επίπεδα και ομαλοποίηση της αγοράς στον αγροδιατροφικό τομέα, ενισχύοντας τα εγχώρια προϊόντα και την αύξηση της ζήτησης συντελώντας στην υποκατάσταση των εισαγόμενων με κατεύθυνση την αυτάρκεια σε τοπική και γιατί όχι σε εθνική κλίμακα». 

«Αγορά Αγροτών σε ειδικά διαμορφωμένο αστικό κενό στο Ντένβερ του Κολοράντο ΗΠΑ (Πηγή: Nicolas Cascarano, Αρχιτέκτων)

Σε τι διαφέρουν οι «Αγορές των Αγροτών» από τις Λαϊκές αγορές

Χαρακτηριστικά των «Αγορών Παραγωγού» και οι διαφορές τους από τις Λαϊκές Αγορές συνοψίζονται στα παρακάτω:

1.    Προσκομίζονται και προσφέρονται γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα από εγχώριες εκμεταλλεύσεις και κατά προκαθορισμένη διοικητική περιοχή.
2.    Προϊόντα ένδυσης, υπόδησης, είδη οικιακής χρήσης, παιγνίδια, κλπ, δεν ανήκουν στην κατηγορία των «αγροδιατροφικών προϊόντων».
3.    Γίνεται σαφής διαχωρισμός μεταξύ «Αγροτών Παραγωγών» και «Επαγγελματιών πωλητών», με τους τελευταίους να μην συμμετέχουν αλλά και να μην χάνουν το δικαίωμα συμμετοχής τους σε λαϊκές αγορές ή άλλες ανοικτές αγορές. Δεν αποκλείονται οι αγρότες πωλητές. Αποκλείονται οι μη αγρότες «χονδρέμποροι», οι «μεταπράτες», οι «λιανοπωλητές» και διάφοροι μη παραγωγοί «γυρολόγοι».   
4.    Δικαίωμα συμμετοχής έχουν οι αποκλειστικοί κατά κύριο επάγγελμα αγρότες ή όσων το κύριο ετήσιο οικογενειακό εισόδημα προέρχεται από αγροτική δραστηριότητα (εγγεγραμμένοι σε μητρώα παραγωγών)
5.    Η είσοδος δεν είναι ελεύθερη σε όλους τους παραγωγούς, παρά μόνον σε όσους πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις που ορίζουν το σχετικό θεσμικό πλαίσιο και οι κανόνες λειτουργίας (π.χ. Προέλευση προϊόντος, Πιστοποίηση βιολογικής, Αριθμός Μητρώου Αγρότη, ΑΦΜ, Ταμειακή μηχανή, κλπ, είναι μερικές από τις προϋποθέσεις).
6.    Η καλλιεργητική δραστηριότητα των δικαιούχων αγροτών και η παραγωγή των προϊόντων τους λαμβάνουν χώρα μέσα στα γεωγραφικά όρια της περιοχής (Δήμος ή Αντιπεριφέρεια) την οποία η κάθε οργανωμένη «Αγορά Παραγωγού» καλείται να εξυπηρετεί.
7.    Διεθνώς, πρόκειται για μόνιμες εγκαταστάσεις σε επιλεγμένους με χωροταξικά και πληθυσμιακά κριτήρια χώρους εντός μίας ή περισσότερων διοικητικών γεωγραφικών περιοχών (Δήμος, Επαρχία, Αντιπεριφέρεια) και με πλήρη μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων λειτουργίας και ελέγχων στις Περιφέρειες και τους Δήμους.
8.    Λειτουργούν κάτω από κατάλληλο για τον σκοπό και «ανεξάρτητο» θεσμικό καθεστώς. Απαιτείται Ειδικό Νομικό Πλαίσιο διϋπουργικού χαρακτήρα (ΥΠΑΑΤ, Υπ. Ανάπτυξης & Εμπορίου, ΥΠΕΚΑ και Υπ. Υγείας) βάσει του οποίου σαφώς θα διαφοροποιείται ο ρόλος και ο σκοπός τους από τις γνωστές Λαϊκές αγορές των οποίων τον Διοικητικό και Εποπτικό έλεγχο τον ασκούν οι Οργανισμοί των Λαϊκών Αγορών και τα Διοικητικά Συμβούλια των Οργανισμών.
9.    Αντίθετα, οι χωροθετημένοι και ειδικά σχεδιασμένοι χώροι των «Αγορών Παραγωγού» έχουν δημόσιου χαρακτήρα, ενώ παραχωρούνται «έτοιμοι» από τους ΟΤΑ, έναντι μικρού αντιτίμου (συμβολική εισφορά ή ανταποδοτικού τέλους). Η αγροτική συμμετοχή μπορεί να είναι ατομική, οικογενειακή, ομαδική ή συνεταιριστική.
10. Το περιεχόμενο και η ιδέα «δημιουργίας» των «Αγορών των Αγροτών» εμπεριέχει την κοινωνικοοικονομική διάσταση (οικονομικό όφελος υπέρ παραγωγού και καταναλωτή, δημιουργία συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού, καλύτερη επόπτευση της δημόσιας υγείας, περιορισμός φαινομένων κερδοσκοπίας και ανάπτυξη πιο ουσιαστικής και στενότερης σχέσης μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών).       
11. Ανάλογα με το μέγεθος και την επιφάνεια που καλύπτουν διαθέτουν τις κατάλληλες υποδομές  όπως Διαγραμμίσεις, Σημάνσεις, Ηλεκτροδότηση (& φωτισμό), Υδροδότηση, Πυρόσβεση, Αποχέτευση, Σταθμό καυσίμων, Περίφραξη, Πύλες εισόδου/εξόδου αγροτικών οχημάτων με φυλάκιο, Παρκινγκ επισκεπτών και αγροτικών οχημάτων, Έτοιμους αριθμημένους πάγκους έκθεσης προϊόντων, Υπόστεγα, Ψυκτικές εγκαταστάσεις, Κάδους απορριμμάτων ανακύκλωσης και μονάδα Κομποστοποίησης, Χώρους ξεκούρασης επισκεπτών και αγροτών, Πρώτες βοήθειες, Αναψυκτήριο και Αίθουσα προβολών & διαλέξεων, Δημόσιες τουαλέτες, Κτίριο διοίκησης & πληροφόρησης, Γεωτεχνικών, Φορολογικών, Υγειονομικών & ελεγκτών ΕΦΕΤ, κλιμάκιο Καθαρισμού και Δημοτικής αστυνομίας, Διαδικτυακή σύνδεση, Χώρους και μέσα συγκέντρωσης δωρεάν προϊόντων για Κοινωφελή Ιδρύματα, Σωματεία, Εκκλησία, και Οργανισμούς, Διαμορφωμένους χώρους με καλλωπιστικό πράσινο, ανεμοφράκτες και δενδροφυτεύσεις σκιάς, ανάγλυφους χλοοτάπητες για picnic, κλπ.
12. Ακόμη και στα κέντρα των μεγαλουπόλεων, σε μικρότερη κλίμακα, οι αγορές παραγωγών μπορούν να εξυπηρετούν το κοινό από στεγασμένες ή ημιυπαίθριες εγκαταστάσεις (στο εξωτερικό έχει προβλεφτεί η χρήση αστικών κενών, οικόπεδων και χώρων πρασίνου μετά από ειδική διαμόρφωση)
13. Οι «Αγορές Παραγωγού» παραμένουν ανοικτές σε καθημερινή βάση σε αντίθεση με τις λαϊκές αγορές οι οποίες λειτουργούν μια φορά την εβδομάδα σε μη μόνιμους χώρους, προκαλούν σωρεία περιβαλλοντικών προβλημάτων σε πολλαπλάσιο αστικό χώρο από όσον χρειάζονται, είναι συνεχώς μετακινούμενες όπως δυστυχώς ορίζουν οι κατά τόπους δημοτικές αρχές και με τις ανάλογες χρεώσεις, ιδιαίτερα εξοντωτικές. ‘Είναι γνωστό ότι διάφορες «δημοτικές χρεώσεις και τέλη» μετακυλίονται τελικά στις τιμές καταναλωτή, αλλοιώνοντας την όλη «φιλοσοφία» περί των «φθηνότερων αγαθών».
14. Όποιος παραγωγός συγκομίζει τα προϊόντα του και πληροί τις προϋποθέσεις συμμετοχής, μπορεί να τα μεταφέρει στην «Αγορά Παραγωγού» οποιαδήποτε ημέρα και ώρα εφόσον έχει διασφαλίσει τον απαραίτητο χώρο (αριθμημένη θέση) εντός της αγοράς και μετά από προσυνεννόηση με τη διαχείριση (με ενημέρωση του κοινού περί του είδους και της ποσότητας του προϊόντος, πληροφορίες οι οποίες μπορούν να αναρτώντα στο διαδίκτυο και στις υπηρεσίες του δήμου, από την προηγούμενη ημέρα).
15. Ο καταναλωτής ενημερώνεται και γνωρίζει εκ των προτέρων ότι οποιαδήποτε ημέρα και ώρα αποφασίζει να επισκεφθεί τον χώρο, θα βρει τα προϊόντα άμεσης ανάγκης ή κάποια απ’ αυτά. Στο εξωτερικό υπάρχει συνεχής διαδικτυακή πληροφόρηση για τη διαθεσιμότητα των αγαθών, το είδος του προϊόντος και τις κυμαινόμενες τιμές ημέρας (για κάθε μία «Αγορά των Αγροτών» ξεχωριστά, η οποία επιβάλλεται να είναι συνδεμένη με το διαδίκτυο με δική της ιστοσελίδα, και με συνεχή ροή προϊόντων και τιμών).
16. Οι «Αγορές Παραγωγών» λειτουργούν ουσιαστικά ως ανοιχτά σούπερ μάρκετ αγροτικών προϊόντων (ολόκληρη την ημέρα και εβδομάδα) με προσκόμιση προϊόντων από τους ίδιους τους παραγωγούς (φρούτα, λαχανικά, συντηρημένα, αποξηραμένα, όσπρια, κλπ) και εκτίθενται ταξινομημένα και χωροθετημένα εντός των εγκαταστάσεων της αγοράς κατά κατηγορία, σε βιολογικά, συμβατικά, φυτικής ή ζωικής παραγωγής, σε υπόστεγα, ή θέσεις παρκινγκ (πώληση από την καρότσα), κλπ.
17. Οι «Αγορές Παραγωγών» παρέχουν την ευκαιρία στους αγρότες αλλά και στους καταναλωτές, να εμπορεύονται είδη αγροτικών προϊόντων που είναι δυσεύρετα, υπηρετούν ιδιαίτερες διατροφικές απαιτήσεις και διατίθενται σε μικρές ποσότητες, ενώ μέσα από προσωπικές γνωριμίες προμηθευτή και αγοραστή αναπτύσσεται η ζήτηση και δημιουργούνται ευκαιρίες προώθησης εναλλακτικών προϊόντων και ποικιλιών που αλλιώς δεν θα ήταν εφικτές.
18. Για τα αναγκαία στον καταναλωτή προϊόντα που δεν παράγονται στο άμεσο διοικητικό διαμέρισμα της «Αγοράς Παραγωγού» αλλά προέρχονται από απόμακρες αγροτικές περιφέρειες της χώρας, οι παραγωγοί και οι ομάδες παραγωγών που τα παράγουν θα μπορούν να τα προσκομίζουν και να τα πωλούν μετά από ειδική πρόβλεψη και διακανονισμό συμμετοχής.
19. Εισαγόμενα είδη (φρούτα και λαχανικά) θα μπορούν να μεταπωλούνται εντός της «αγοράς των αγροτών» υπό την προϋπόθεση ότι δεν παράγονται εγχωρίως και μόνο μετά από ειδική άδεια και διακανονισμό.
20. Οι «Αγορές των Αγροτών» όπου αυτές έχουν εφαρμοστεί σαν θεσμός και δημιούργησαν μια μικρή ιστορία, αποδείχτηκαν ως οι χώροι διακίνησης της καλύτερης ποιότητας αγροτικών προϊόντων συγκριτικά με άλλους τρόπους εμπορίας και πώλησης (μανάβικα, σούπερ μάρκετ, λαϊκές, κλπ) με πολύ ελάχιστα καταγεγραμμένα περιστατικά αλλοιώσεων. Είναι γενική η αποδοχή ότι τα νωπά αγροτικά προϊόντα «ταλαιπωρούνται» πολύ λιγότερο όταν διατίθενται κατ’ ευθείαν από τους αγρότες στους καταναλωτές μέσα από «Αγορές των Αγροτών», λόγω αποφυγής μακράς αποθήκευσης, ψύξης, πολλών ενδιάμεσων χεριών και διαδοχικών μεταφορτώσεων.
21. Οι αγορές αυτές έχουν δημιουργήσει πολύ καλύτερες συνεργασίες μεταξύ «συγχωριανών» αλλά και παραγωγών ομοειδών προϊόντων, δημιουργώντας κίνητρα για ποιοτικότερη παραγωγή και για καλύτερη οργάνωση των εκμεταλλεύσεων τους, με αναπτυγμένο αίσθημα ανεξαρτησίας και ευθύνης.


Εξαγγελίες Ίδρυσης «Αγορών Αγροτών» τα αίτια και η πραγματικότητα

Είναι πασίγνωστη η αδυναμία ομαλοποίησης της αγοράς των τροφίμων με κυρίαρχη την «κάθετη μείωση οικογενειακών εισοδημάτων σε επίπεδα 40-50% σε περίοδο δύο ετών, χωρίς αντίστοιχη αλλά αντίθετα μηδενική μείωση των τιμών καταναλωτή, μέχρι και προκλητική αύξηση σε πολλά είδη πρώτης ανάγκης». Η οικογενειακή δαπάνη για τρόφιμα έχει αγγίξει απογοητευτικά ύψη για την ελληνική οικογένεια, μεγάλο μέρος της οποίας αφορά (δυστυχώς) εισαγόμενα είδη, με «αμήχανη έως παράλυτη» την παρουσία του κράτους, «αδιάφορο έως αδύναμο» να ελέγξει την μεσάζουσα κερδοσκοπία και φοροδιαφυγή.

Οι υπεύθυνες εξαγγελίες και υποσχέσεις των αρμοδίων για στοχευμένες Παρεμβάσεις των Υπηρεσιών Ελέγχου, της Επιτροπής Ανταγωνισμού, της δημιουργίας Δημοπρατηρίων, δημιουργίες «Αγορών Αγροτών» (Farmer Markets), Μητρώων αγροτών και εμπόρων και οτιδήποτε άλλο «υποχρεούνται να πράξουν» (ως απαίτηση ενός σύγχρονου κράτους) με στόχο και χρέος την προστασία του εισοδήματος, της επισιτιστικής επάρκειας και της δημόσιας υγείας των πολιτών, παραμένουν «φαντεζί» εξαγγελίες «εντυπωσιασμού» και χωρίς απολύτως καμία πρακτική σημασία. Η υλοποίηση οποιασδήποτε κυβερνητικής εξαγγελίας χωρίς να προηγούνται μελέτες σκοπιμότητας και βιωσιμότητας και η οποία απαιτεί «δημόσια δαπάνη» και συμμετοχή, δεν μπορεί να είναι υλοποιήσιμη σε περίοδο κρίσης εάν δεν γίνει κατανοητή ή κριθεί ως «επένδυση ανταποδοτικού χαρακτήρα» με θετικά κοινωνικοοικονομικά οφέλη.    

Η προώθηση της ιδέας των «Αγορών των Αγροτών» αποτελεί βασική προϋπόθεση επιτυχίας. Σχετικά γραφικά σε αντικείμενα με ξεκάθαρο μήνυμα και συναισθηματικό περιεχόμενο έχουν τεράστια απήχηση (Πηγή: Design Public)

Βιώματα του έλληνα Καταναλωτή και η απουσία των Μηχανισμών

Ο γενικά δύσπιστος καταναλωτής βιώνει ήδη πρωτόγνωρες εμπειρίες στη χώρα, η οποία υπήρξε κάποτε αυτάρκης σε τρόφιμα και μάλιστα σε περιόδους εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρωζώνης. Ήταν οι εποχές που ο αγροτικός κόσμος αντιπροσώπευε το 20% και πλέον του ενεργού πληθυσμού, το σύνολο σχεδόν της ελληνικής γόνιμης γης καλλιεργούνταν (περί τα 37 εκατομμύρια στρέμματα με τεράστια ποικιλότητα προϊόντων από ντόπιο γενετικό βιοαπόθεμα), η δε κτηνοτροφία αποτελούσε μία από τις βασικές δραστηριότητες και υπήρχε υπερεπάρκεια παραγωγής βασικών τροφίμων (με δυνατότητα διατήρησης εθνικών αποθεμάτων για ημέρες κρίσεων). Η πραμάτεια των αγροτών ανεμπόδιστα έβρισκε τον δρόμο της προς τις αγορές στις πόλεις σε ανταγωνιστικές μάλιστα τιμές (μέσα από παζάρια, λαϊκές, κεντρικές και συνοικιακές αγορές και γυρολόγους).

Αυτά συνέβαιναν χωρίς μεσάζοντες και πριν ακόμη «διογκωθεί» υπέρμετρα το μεταπρατικό εμπόριο, ανατραπούν οι «ισορροπίες προσφοράς και ζήτησης και ανοίξει απαράδεκτα η ψαλίδα τιμών παραγωγού και καταναλωτή». Παρά τα νόμιμα και χορταστικά περιθώρια χονδρεμπορικού και λιανεμπορικού κέρδους που ορίζονταν από μια σειρά αγορανομικές διατάξεις, περιστασιακές διατιμήσεις για επιλεγμένα αγαθά, και τους «συστηματικούς» αγορανομικούς ελέγχους, βαθμιαία όλα τα μέτρα εξασθενούσαν στο όνομα μιας «ελεύθερης αγοράς» η οποία τελικά «τους ξέφυγε σε ουρανούς ασυδοσίας κυκλωμάτων και συμφερόντων»…. Επιπλέον, μέσα σ’ αυτή την εξέλιξη (με ή χωρίς σχεδιασμό) βιώνουμε διαχρονικά τη χαλάρωση και την αδυναμία ενός κράτους να παρεμβαίνει, να αρέσκεται επικοινωνιακά (άρα αντιπαραγωγικά) σε νοοτροπίες εξαγγελιών «άνευ κόστους», να αναλώνεται σε «επεξηγήσεις» και «αναλύσεις» αγροτικής πολιτικής που ποτέ δεν σχεδίασε ή μελέτησε, έτσι για να δικαιολογεί τη δική του απραξία και παραλυσία, τα δύο απολύτως υπεύθυνα συστατικά της σημερινής οικονομικής μιζέριας.

Με την είσοδο της χώρας στην ΕΕ επικράτησε η βαθμιαία υποκατάσταση της εγχώριας παραγωγής και προσφοράς αγαθών από μαζικές εισαγωγές σε «τιμές καταναλωτή Ευρώπης για μισθούς Νότου….». Για τέσσερις και πλέον δεκαετίες καλλιεργήθηκαν ξανά και ξανά τεράστιες εκτάσεις γόνιμης ελληνικής γης με τις ίδιες καλλιέργειες , ζημιώθηκε το περιβάλλον και ο υδροφόρος ορίζοντας και χάθηκε πολύτιμος χρόνος για χάρη των «επιδοτούμενων» καλλιεργητικών πρακτικών, έτσι χωρίς όραμα, χωρίς εθνοκεντρικό σχεδιασμό και χωρίς λογική, αφήνοντας να διαμορφωθεί ένα ιδιάζον «μοντέλο «καταναλωτισμού», αδιαφορώντας για το πού και ποιός παράγει τρόφιμα και το χειρότερο, αγνοώντας το ποιός τελικά ωφελούνταν περισσότερο από τις αδιαμαρτύρητα αποδεκτές ΚΑΠ, σχεδιασμένες από αποφασισμένους βόρειους για ανυποψίαστους νότιους, όπως βεβαιώνεται και εκ του αποτελέσματος».
Στη συνέχεια και μέχρι την τωρινή κρίση, οι τιμές καταναλωτή στην Ευρωζώνη παρέμειναν υψηλές με συνεχώς μειούμενη την αγοραστική δύναμη του Ευρώ μέσα σε ένα «μωσαϊκό» πληθωρισμών με συνεχείς διακυμάνσεις (ξεχωριστά και διαφορετικά και για κάθε κράτος μέλος). Όλα αυτά σε κλίμα μιας αναποφάσιστης, αργής, και εξοργιστικά «ηγεμονευμένης» Ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής, (σαφώς εν γνώσει της), η οποία δείχνει να περιφρονεί την ανάγκη για περιορισμό αυτών των πληθωριστικών διακυμάνσεων και να μην αποτολμά μέτρα τα οποία θα πάψουν να είναι οριζόντια για όλες τις χώρες μέλη, αλλά εκείνα που θα εστιάζουν σε συγκεκριμένες δέσμες «ρύθμισης τοπικών αγορών καταναλωτικών προϊόντων» σε συγκεκριμένα κράτη μέλη, όπως η χώρα μας.      

 
Σύγχρονος γυρολόγος Μανάβης και Παραγωγός (Πηγή: Mobile markets)     
Μερικά χρήσιμα συμπεράσματα

Συνυπολογίζοντας τους διαθέσιμους και πολύτιμους φυσικούς πόρους, το ανθρώπινο δυναμικό, το βιοκλίμα και το πολύτιμο φορτίο της αγροτικής βιοποικιλότητας του τόπου, η εικόνα της διατροφικής αφθονίας και αυτάρκειας της χώρας δεν δικαιολογείται να ανήκει στο παρελθόν, αλλά συνεχίζει να παραμένει πάντοτε «εφικτή και με τη δική της δυναμική».

Λόγω της στρεβλής αγροτικής παραγωγής, της ανυπαρξίας εθνικού σχεδίου, της έλλειψης αγροτικού αναπτυξιακού οράματος στην πράξη, του «οργανωτικού χάους και της εμπορικής ασυδοσίας», δεν είναι εύκολο η εικόνα αυτή να αποκατασταθεί άμεσα. Οι μεταρρυθμίσεις στον Γεωργικό Τομέα είναι πολλαπλού χαρακτήρα και απαιτούν δέσμες από μέτρα και παρεμβάσεις μέσα από μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και σε «σοβαρή» οργανωτική βάση. Οι διορθώσεις στο δίκτυο προσφοράς, ζήτησης και διανομής απαιτούν καινοτομίες και εφαρμογές πολιτικών και πρακτικών που έχουν ήδη φέρει εντυπωσιακά αποτελέσματα σε άλλες χώρες της ΕΕ και όχι μόνο. Οι «Αγορές των Αγροτών» αποτελούν μόνο ένα μέρος του όλου, αλλά σίγουρα ελπιδοφόρο εργαλείο διόρθωσης και ρύθμισης, γόνιμο κύτταρο ανάπτυξης ενός υγιούς οργανισμού «διάθεσης των αγαθών».      

Η έννοια και η αναγκαιότητα για «Αγορές των Αγροτών» εκτός από τις εξαγγελίες, δεν πέρασαν στο ευρύ κοινό ως κάτι διαφορετικότερο από τις γνωστές σε όλους «λαϊκές αγορές» ούτε κατανοεί ο πολύς κόσμος «την πραγματική διαδρομή» και τα «κριτήρια τιμολόγησης» των προϊόντων την ώρα που ψωνίζει και τα προμηθεύεται. Δεν υπήρξαν μέχρι σήμερα, ερμηνευτικές επεξηγήσεις, ανάλυση σχεδίων και προθέσεων, ούτε κάποια συνέχεια επί του θέματος (όπως άλλωστε συμβαίνει με όλες τις εξαγγελίες εντυπωσιασμού), με αποτέλεσμα να επικρατεί δικαιολογημένα η σύγχυση περί τίνος πρόκειται, πόσο χρήσιμες είναι και πόσο εφικτές μπορούν να φαντάζουν μέσα σε κλίμα βαθιάς οικονομικής δυσπραγίας, μηδενικών δημόσιων επενδύσεων και γενικής παραλυσίας των μηχανισμών. Οι «Αγορές των Αγροτών» δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα «επαρχιακό παζάρι» σε σύγχρονες συνθήκες οργάνωσης. Είναι δημόσια επένδυση ανταποδοτικού χαρακτήρα και θεμελιακή μεταρρύθμιση (π.χ. μαζί με τα Δημοπρατήρια αγροτικών προϊόντων και τη συστηματική χωρίς «ξέφτισμα»  εξυγίανση του χονδρεμπορίου και λιανεμπορίου).

Με βάση τα ευμεγέθη κοινωνικοοικονομικά οφέλη που προσφέρουν οι «Αγορές των Αγροτών» μέσα από κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, καλούνται οι ΟΤΑ να πάρουν τις πρωτοβουλίες, να γίνουν οι ίδιοι «κοινωνοί της ιδέας», φορείς υλοποίησης εθνοκεντρικών αγροδιατροφικών πολιτικών και διαχειριστές του θεσμού.

Στις ΗΠΑ λειτουργούν σήμερα περί τις 8000 οργανωμένες «Αγορές Αγροτών» εγγεγραμμένες σε Μητρώο του Αμερικανικού Υπουργείου Γεωργίας, Υπηρεσία Γεωργικού Μάρκετινγκ….. (USDA/Agricultural Marketing Service), με χαρτογραφικό ευρετήριο σε ομοσπονδιακή κλίμακα προς διευκόλυνση των καταναλωτών. Αναφέρεται αύξηση των αγορών αυτών με ρυθμούς 10% ετησίως, είναι πολύ δημοφιλείς στους καταναλωτές και προσφέρουν φρέσκα και υγιεινά προϊόντα σε συμφέρουσες τιμές. Οι αγορές των αγροτών διεθνώς μετατρέπονται σε διατροφικό κίνημα και life style κατά των αλυσίδων ταχυφαγίας (fast food), εισάγοντας την αργοφαγία (slow food) και την προτίμηση για φρέσκα τοπικά προϊόντα.  

Η διεθνής εμπειρία διδάσκει ότι οι πρωτογενείς και δευτερογενείς επιπτώσεις για τις τοπικές αγροτικές κοινωνίες και τους καταναλωτές από τη λειτουργία των «Αγορών των Αγροτών» είναι μόνο θετικές με βαθμιαία την «εγκαθίδρυση» ενός νέου και «καθαρού» συστήματος εμπορίας βασικών διατροφικών αγαθών, και υγιεινής διατροφής μακριά από σκοτεινές διαδρομές και τριτοκοσμικές συνθήκες ανεξέλεγκτης διακίνησης και διάθεσης.

Όσπρια: Η Παγκόσμια παραγωγή, η ζήτηση και η σημασία της καλλιέργειας

Όσπρια
Η Παγκόσμια παραγωγή, η ζήτηση και η σημασία της καλλιέργειας

Του
Δρα Σταμάτη Σεκλιζιώτη,
Γεωπόνου ΑΠΘ – Αρχιτέκτονα Τοπίου (Ph.D.)
Πρώην Β Ακόλουθου Γεωργικών Υποθέσεων, Υπ. Γεωργίας ΗΠΑ (Foreign Agricultural Service – FAS/USDA, Αμερικανική Πρεσβεία, Αθήνα)
Σήμερα: Σύμβουλου Γεωργικών Υποθέσεων & Περιβάλλοντος


Η παραγωγή οσπρίων παγκοσμίως εμφανίζεται σταθερά ανοδική

Από καναδικές πηγές, μαθαίνουμε ότι η παραγωγή και η κατανάλωση των οσπρίων για τα επόμενα δέκα χρόνια εμφανίζεται με πολύ καλές προοπτικές, με αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης, ιδιαίτερα στην Νοτιοανατολική Ασία, αλλά και στην Ευρώπη και την Αμερικανική Ήπειρο όπου σημειώνεται σημαντική αύξηση της ζήτησης. Άλλωστε η προβλεπόμενη αύξηση της ζήτησης λόγω αύξησης πληθυσμού, της σημαντικής στροφής προς τις φυτικές ίνες και την υγιεινή διατροφή, αλλά και η επέκταση των αγορών για περισσότερο ποιοτικά διατροφικά προϊόντα όπως τα όσπρια (υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, βιταμίνες, ιχνοστοιχεία και πολλές θερμίδες που υπολογίζονται στις 360-370 cal/100 grams), οδηγούν τελικά στο συμπέρασμα ότι η ίδια η κατανάλωση και οι προτιμήσεις των καταναλωτών συμπαρασύρουν την αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής η οποία τα τελευταία χρόνια πορεύεται ανοδικά κατά 5-6% ετησίως. Η παγκόσμια παραγωγή των κύριων τύπων οσπρίων με «ναυαρχίδα» τις φακές αναμένεται να διπλασιαστεί μέχρι το 2050 (Πηγή: www.statpub.com).
Οι πρόβλεψη της παγκόσμιας παραγωγής φασολιού (σύνολο ξηρών φασολιών) για το εμπορικό έτος 2013-2014 παρουσιάζεται αυξημένη σε σχέση με το τρέχον εμπορικό έτος 2012-2013 και θα αγγίξει τα 2,2 εκατ. ΜΤ με αυξήσεις παραγωγής στην Κίνα και την Βραζιλία, παρά την ελαφρά πτώση που προβλέπεται για την παραγωγή στις ΗΠΑ. Οι προβλέψεις για τις φακές είναι 3,7 εκατ. ΜΤ και για τα ρεβίθια τα 9,7 εκατ. ΜΤ (μετά την έξαρση φυτεύσεων και παραγωγής στο Πακιστάν).
Σύμφωνα με τη Διεθνή ομοσπονδία εμπορίας και βιομηχανιών οσπρίων (International Pulse Trade and Industries Confederation) οι τιμές για τις φακές στην ερχόμενη εμπορική περίοδο αναμένονται να σταθεροποιηθούν στα τωρινά ικανοποιητικά επίπεδα, ενώ για τα υπόλοιπα όσπρια αναμένεται άνοδος τιμών. Άλλοι αναλυτές αναφέρουν ότι οι τιμές πιθανόν και να κυμανθούν σε ικανοποιητικά μεν επίπεδα, χωρίς εντυπωσιακές μεταβολές προς τα πάνω. Οι αναφορές από την Ινδία και άλλες παραγωγούς χώρες ομιλούν για μια προβλεπόμενη ζήτηση, μόνο από την Ινδία για το 2013-2014 του εντυπωσιακού ποσού των 19 εκατ.- 20 εκατ. ΜΤ οσπρίων, μια σημαντική αύξηση περίπου 10% σε σχέση το εμπορικό έτος 2012-2013 που θα αυξήσει τις εισαγωγές από Κίνα, Μιανμάρ και Τανζανία και θα επηρεάσει τη διαμόρφωση των διεθνών τιμών.
Στην Ινδία και άλλες παραγωγές χώρες της Ασίας, προωθείται και ενισχύεται η παραγωγή οσπρίων από τις τοπικές αγροτικές πολιτικές, λόγω της μεγάλης ζήτησης τοπικά αλλά και παγκοσμίως.

Η ελληνική ζήτηση και διαθεσιμότητα

Στην ίδια βοτανική κατηγορία (των ψυχανθών) υπάρχουν πάνω από 1000 είδη από τα οποία καλλιεργούνται περί τα 20 είδη, για ανθρώπινη κατανάλωση. Στη χώρα μας καλλιεργούνται τα περισσότερα σε μια έκταση περίπου 150.000 στρεμμάτων, αλλά όχι σε ικανές ποσότητες που να καλύπτουν τις ανάγκες.
Τα φασόλια, η φακή και το ρεβίθι ανοίγουν σημαντικές ευκαιρίες για εκείνους που θέλουν να ασχοληθούν με τις καλλιέργειες αυτές, καθώς η Ελλάδα είναι «δραματικά» ελλειμματική με εισαγωγές 35-38.000 ΜΤ ετησίως και ανάγκες σε όσπρια που ξεπερνούν τους 100.000 ΜΤ σε αυξητική πορεία. Εισάγονται περί τους 18.000 ΜΤ φασόλια (από ΗΠΑ, Καναδάς, Αλβανία, Αργεντινή, Γιουγκοσλαβικές χώρες, κ.ά.), 11.500-12.000 ΜΤ φακές (από Καναδά, Τουρκία, ΗΠΑ) και 5.000 ΜΤ ρεβίθια ετησίως σχεδόν αποκλειστικά από Τουρκία, όταν η χώρα ήταν απόλυτα αυτάρκης πριν τη ένταξη στην ΕΕ. Οι πολλές φιλόξενες περιοχές της Ελλάδας με μεγάλες δυνατότητες, οι καλές αποδόσεις ανά μονάδα επιφανείας, οι σχετικά καλές τιμές παραγωγού και οι αυξημένες ανάγκες στην κατανάλωση, αποτελούν σοβαρό κίνητρο για την επιστροφή της καλλιέργειας των οσπρίων στη χώρα μας, σε συνθήκες σωστής καθοδήγησης και αποφυγή της καταφυγής σε καλλιέργειες άγνωστες στον τόπο και αμφιβόλου ανταποδοτικότητας.  
Αν και η φακή καλλιεργείται στην περιοχή μας από το 7.000 Π.Χ., οι ποσότητες της φακής που παράγονται στην Ελλάδα παραμένουν ελάχιστες σε σχέση με το ύψος της κατανάλωσής της και με τα παλαιότερα χρόνια, με αποτέλεσμα ένα ποσοστό μεγαλύτερο του 95% των αναγκών μας να καλύπτεται με εισαγωγές από Τουρκία, ΗΠΑ και Καναδά. Στη χώρα μας παράγονται ετησίως 30-33.000 ΜΤ όσπρια. Εκτιμάται ότι παράγονται 20.000-22.000 ΜΤ φασόλια, 2.700-2.900 ΜΤ ρεβίθια, 1.200-1.300 ΜΤ φακές, 3.200-3.400 ΜΤ κουκιά, 250-320 ΜΤ λαθούρια, 600- 650 ΜΤ μπιζέλια και λοιπά όσπρια (μαυρομάτικα φασόλια, πράσινα κ.λπ.).  


Αναδυόμενες εναλλακτικές χρήσεις των οσπρίων

Πέραν των πολυάριθμων συνταγών και των κατά τόπους ποικίλων (εθνικών) τρόπων κατανάλωσης των οσπρίων, η παγκόσμια βιομηχανία τροφίμων απορροφά μεγάλες πλέον ποσότητες οσπρίων για την παραγωγή πολλών ειδών σκευασμάτων και τροφών με βάση τα όσπρια. Στις ΗΠΑ, στην Ινδία, την Κίνα και αλλού εμφανίζεται αύξηση σε εναλλακτικές χρήσεις των οσπρίων, κυρίως ως πουρές οσπρίων, άλευρα αρτοποιίας και ως πρώτη ύλη στη βιομηχανία τροφίμων (για παρασκευή νιφάδων, chips, bean pita bread, μίγματα αλεύρων, ακόμη και λειτουργικών τροφίμων γνωστών ως functional foods για τον διατροφικά κλινικό έλεγχο του ζαχαροδιαβήτη, καρδιακών νοσημάτων, κλπ).
Σύμφωνα με το Αμερικανικό Συμβούλιο Ξηρών Φασολιών και Φακής (USA Dry Pea & Lentil Council) αν και σε περιορισμένη ακόμη κλίμακα, υπάρχουν ενδείξεις όπου τα όσπρια αρχίζουν και υποκαθιστούν τα σιτηρά στην αρτοποιία και την Παρασκευή αρτοσκευασμάτων. Ο ρόλος του Συμβουλίου, το οποίο εκπροσωπεί τους παραγωγούς οσπρίων στις ΗΠΑ είναι το lobbying και η προώθηση των οσπρίων στην κατανάλωση και τη βιομηχανία τροφίμων. Δεν είναι συνεταιρισμοί, αλλά οργανώσεις Προώθησης και Μάρκετινγκ που εργάζονται για τα συμφέροντα των παραγωγών που εκπροσωπούν και για την προώθηση των προϊόντων τους στις αγορές. Ένα από τα καθήκοντα επίσης είναι και οι παραστάσεις προ της κεντρική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση για μείωση του κόστους παραγωγής και των φόρων σε όφελος των παραγωγών, την έγκριση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, κ. ά.
Ο διατροφικός πλούτος των ελληνικών παραδοσιακών ποικιλιών οσπρίων έχει κερδίσει το ενδιαφέρον του επιστημονικού κόσμου και των ελλήνων καταναλωτών εδώ και αρκετά χρόνια, αλλά ο ενδιάμεσος μηχανισμός στήριξης χωλαίνει. Η έρευνα, η καταγραφή, η πιστοποίηση και η κρατική «θεσμική» προστασία του γενετικού υλικού δεν χαρακτηρίζονται από σοβαρότητα και ότι γίνεται, γίνεται από τις ΜΚΟ, τον επιστημονικό κόσμο με περιορισμένους πόρους και μέσα. Όσο για την ελληνική βιομηχανία τροφίμων αυτή περιορίζεται στη συγκέντρωση και συσκευασία κλασικών ποικιλιών και ποσοτήτων, χωρίς καινοτομίες και προγράμματα αξιοποίησης του πλούσιου αγροτικού μας βιοαποθέματος.    

Αειφορία

Κάτι που γνωρίζουν όσοι ασχολούνται με τα ψυχανθή και οφείλουν να καθοδηγούν κατάλληλα τον αγροτικό κόσμο προς δικό τους όφελος και του περιβάλλοντος. Τα όσπρια παίζουν σπουδαίο ρόλο στην υπόθεση της αειφορίας με πολλούς τρόπους. Αποτελούν σημαντικό, ίσως τον σημαντικότερο κρίκο στις πρακτικές αμειψισποράς στο χωράφι. Απαιτούν λιγότερα λιπάσματα συγκριτικά με άλλες καλλιέργειες και αποτελούν πηγή πρωτεΐνης «χαμηλού άνθρακα»…. Τα ψυχανθή είναι κομμάτι της αμειψισποράς που υποχρεούνται να εφαρμόζουν οι παραγωγοί ώστε να συντηρήσουν το ικανοποιητικό επίπεδο της γονιμότητας του εδάφους. Όπου τα όσπρια συμμετέχουν σε ολοκληρωμένες διαχειριστικές πρακτικές και στην καλή διαχείριση του εδάφους μια καλή ακολουθία αμειψισποράς θα ήταν τα σιτηρά (σιτάρι, κριθάρι ή βρώμη), ελαιόκαρποι (ελαιοκράμβη ή ηλίανθος) και όσπρια τα οποία ρυθμίζουν το άζωτο και ενισχύουν την αντίσταση των καλλιεργειών της ακολουθίας σε βακτηρία και μύκητες. 
Οι καλλιέργειες οσπρίων είναι καλλιέργειες με μικρό αποτύπωμα σε διοξείδιο του άνθρακα και νερό. Για παράδειγμα, το υδατικό αποτύπωμα για την παραγωγή ενός κιλού κρέατος βοδινού, χοιρινού, πουλερικών είναι 18, 11 και 5 φορές υψηλότερο από το υδατικό αποτύπωμα που αντιστοιχεί στην παραγωγή οσπρίων. Τα όσπρια έχουν χαμηλότερο αποτύπωμα διοξειδίου του άνθρακα  από όλες τις παραγωγές π.χ. ζωικής προέλευσης πρωτεΐνης. Πρόσφατες μελέτες αποδεικνύουν ότι ένα κιλό ψυχανθούς, ισοδυναμεί με την εκπομπή μισού κιλού διοξειδίου του άνθρακα, ενώ ένα κιλό βοδινού κρέατος εκπέμπει (ισοδύναμα) 9,5 κιλά διοξειδίου….   



Ξηρά φασόλια (όλες οι κατηγορίες)
αξία και ποσότητα ανά κύρια χώρα παραγωγής (2011)

Χώρα
Αξία παραγωγής ($1000)
Παραγωγή (MT)
1
Ινδία
2356705
4470000
2
Βραζιλία
1972006
3435370
3
Μιανμάρ
1601364
3721950
4
Κίνα
753476
1583498
5
ΗΠΑ
520874
899610
6
Τανζανία
386548
675948
7
Κένυα
347410
577674
8
Μεξικό
314287
567779
9
Ουγκάντα
244750
464105
10
Καμερούν
217704
380000

         
Φακές (όλες οι κατηγορίες)
αξία και ποσότητα ανά κύρια χώρα παραγωγής (2011)


Χώρα
                          Αξία  Παραγωγής 
($1000)
                                      Παραγωγή
(MT)
1
Καναδάς
600085
1531900
2
Ινδία
343503
943800
3
Αυστραλία
155037
379659
4
Τουρκία
121365
405952
5
ΗΠΑ
87650
214640
6
Νεπάλ
81210
206869
7
Συρία
41929
112470
8
Ιράν
35578
98516
9
Μπάγκλαντες
31832
80442
10
Αιθιοπία
31794
80952



  
  
Ρεβίθια (όλες οι κατηγορίες)
αξία και ποσότητα παραγωγής ανά χώρα (2011)


Χώρα
                      Αξία   Παραγωγής ($1000)
                   Παραγωγή (MT)
1
Ινδία
3255503
8220000
2
Αυστραλία
239004
513338
3
Μιανμάρ
218709
466738
4
Τουρκία
179070
487477
5
Αιθιοπία
150222
322839
6
Πακιστάν
132082
496000
7
Ιραν
113274
290243
8
Καναδάς
40564
90800
9
Τανζανία
33732
71182
10
Μεξικό
33430
72143